Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

Αντιμετώπιση περιπτώσεων απελπισίας.



Ήρθε  κάποιος  νεαρός  αναστατωμένος  καί  μοϋ  είπε:  ¨Γέροντα,  δέν  πρόκειται  νά
διορθωθώ. Μοϋ είπε ό πνευματικός μου: "αυτά είναι καί κληρονομικά...". Τόν είχε πιάσει
απελπισία.  Έγώ,  όταν  μοϋ  πή  κάποιος  ότι  έχει  προβλήματα  κ.λπ.,  θά  τοϋ  πώ:¨  Αυτό
συμβαίνει  γι'  αυτόν  καί  γι'  αυτόν  τόν  λόγο  γιά  ν'  άλλάξης,  πρέπει  νά  κάνης  εκείνο  κι
εκείνο³. Έχει λ.χ. κάποιος έναν λογισμό πού τόν βασανίζει καί δέν κοιμάται, παίρνει χάπια
γιά τό κεφάλι, γιά τό στομάχι καί μέ ρωτάει: ¨Νά κόψω τά χάπια;. ¨Όχι, τοϋ λέω, νά μήν
κόψης τά χάπια. Νά πετάξης τόν λογισμό πού σέ βασανίζει καί ύστερα νά τά κόψης. Αν δέν
πετάξης  τόν  λογισμό,  έτσι  θά  πάς  θά  ταλαιπωρήσαι.  Γιατί,  τί  θά  ώφελήση  νά  κόψη  τά
χάπια, όταν κρατάη μέσα του τόν λογισμό πού τόν βασανίζει;
Καλά είναι ό πνευματικός νά μή φθάνη μέχρι του σημείου νά άνάβη κόκκινο φως νά
ανέχεται λίγο μία κατάσταση, αλλά φυσικά πρέπει καί ό άλλος νά δουλεύη σωστά, γιά νά
βοηθηθή. Ένας  νεαρός  ζόρισε  κάποια φορά  τήν  αρραβωνιαστικιά του  - ποιος  ξέρει  τί  της
έλεγε; -καί εκείνη άπό τήν αγανάκτηση της πήρε τό αυτοκίνητο καί έφυγε καί στόν δρόμο
σκοτώθηκε. Μετά ό νεαρός ήθελε νά  αύτοκτονήση, γιατί ένιωθε ότι αυτός έγινε αιτία καί
σκοτώθηκε ή κοπέλα. Όταν ήρθε καί μου τό είπε, άν καί στήν ουσία είχε κάνει έγκλημα, τόν
παρηγόρησα  καί  τόν  έφερα  σέ  λογαριασμό.  Έπειτα  όμως τό  έρριξε  τελείως  έξω,  έγινε
τελείως αδιάφορος, βρήκε έν τω μεταξύ καί μιά άλλη. "Οταν ξαναήρθε μετά άπό δύο-τρία
χρόνια,  τού έδωσα ένα τράνταγμα γερό,  γιατί  τότε  δέν υπήρχε κίνδυνος  νά  αύτοκτονήση.
Χρειαζόταν τό τράνταγμα, άφού δέν υπήρχε αναγνώριση. ¨Δέν καταλαβαίνεις, τού είπα, ότι
έκανες φόνο, ότι έγινες αιτία καί σκοτώθηκε ή κοπέλα;. Άν δούλευε σωστά, θά συνέχιζε νά
ύποφέρη,  άλλά  θά  ανταμειβόταν  μέ  θεϊκή  παρηγοριά  δέν  θά  έφθανε  σ'  αυτήν  τήν
κατάσταση τήν άλήτικη τής αδιαφορίας.
Θέλει δηλαδή πολλή προσοχή. Κάνει κάποιος ένα σφάλμα καί πέφτει στήν απελπισία.
Εκείνη τήν στιγμή μπορεί νά τόν παρηγόρησης, άλλά, γιά νά μή βλαφθή, χρειάζεται καί τό
δικό  του  φιλότιμο.  Μιά  φορά  είχε  έρθει  στο  Καλύβι  ένα  νέο  παιδί  απελπισμένο,  γιατί
έπεφτε σέ σαρκική αμαρτία καί δέν μπορούσε νά απαλλαγή άπό αυτό τό πάθος. Είχε πάει
σέ δυο πνευματικούς πού προσπάθησαν μέ αυστηρό τρόπο νά τό βοηθήσουν νά καταλάβη
ότι είναι βαρύ αυτό πού κάνει. Τό παιδί απελπίσθηκε. ¨Άφού ξέρω ότι αυτό πού κάνω είναι
αμαρτία, είπε, καί δέν μπορώ νά σταματήσω νά τό κάνω καί νά διορθωθώ, θά κόψω κάθε
σχέση  μου  μέ  τόν  Θεό.  Όταν  άκουσα  τό  πρόβλημα  του,  τό  πόνεσα  τό  καημένο  καί  τού
είπα: ¨Κοίταξε, ευλογημένο, ποτέ νά μήν ξεκινάς τον αγώνα σου άπό αυτά πού δέν μπορείς
νά κάνης, άλλά άπό αυτά πού μπορείς νά κάνης. Γιά νά δούμε τί μπορείς νά κάνης, καί νά
άρχίσης  άπό  αυτά.  Μπορείς  νά  εκκλησιάζεσαι  κάθε  Κυριακή;.  ¨Μπορώ,  μού  λέει.
¨Μπορείς  νά  νηστεύης  κάθε  Τετάρτη  και  Παρασκευή;³.  ¨Μπορώ³.  ¨Μπορείς  νά  δίνης
ελεημοσύνη τό ένα δέκατο άπό τόν μισθό σου ή νά επισκέπτεσαι άρρωστους καί νά τούς
βοηθάς;. ¨Μπορώ. ¨Μπορείς νά προσεύχεσαι κάθε βράδυ, έστω κι άν αμάρτησες, καί νά
λές  "Θεέ  μου, σώσε τήν ψυχή μου";. ¨Θά τό  κάνω,  Γέροντα, μού λέει. ¨Άρχισε λοιπόν,
τοΰ λέω, άπό σήμερα νά κάνης όλα αυτά πού μπορείς, καί ό παντοδύναμος Θεός θά κάνη
τό ένα πού δέν μπορείς. Τό καημένο ηρέμησε καί συνέχεια έλεγε: ¨Σ' ευχαριστώ, πάτερ.
Είχε, βλέπεις, φιλότιμο καί ό Καλός Θεός τό βοήθησε.

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Αυστηρότητα στούς αναιδείς, επιείκεια στους φιλότιμους.



Αν ένας άνθρωπος έχη αγαθή προαίρεση, άλλά δέν βοηθήθηκε άπό μικρός, δέν είναι
κολακεία νά τοϋ πής τά καλά πού βλέπεις σ' αυτόν, γιατί κατ' αυτόν  τόν τρόπο βοηθιέται
καί  αλλοιώνεται,  επειδή  δικαιούται  καί  τήν  θεία  βοήθεια.  Είπα  σέ  κάποιον:  ¨Έσύ  είσαι
καλός. Δέν ταιριάζουν σ' εσένα αυτά πού κάνεις. Τοϋ τό είπα αυτό, γιατί είδα τό καλό του
χωράφι  καί  τόν  κακό  σπόρο  πού  είχε  ρίξει.  Είδα  ότι  εσωτερικά ήταν  καλός  καί,  ό,τι  κακό
έκανε, ήταν εξωτερικό. Δέν τοΰ είπα: ¨είσαι καλός, γιά νά τόν κολακέψω, άλλά γιά νά τον
βοηθήσω, νά τοϋ κινήσω τό φιλότιμο.
Μερικοί έχουν τό εξής τυπικό: Έχει, δέν έχει ό άλλος κάποιο χάρισμα, τοΰ λένε: ¨δέν
έχεις  χάρισμα,  δήθεν  γιά  νά  μήν  ύπερηφανευθή  καί  βλαφθή.  Ένα  ίσοπέδωμα  δηλαδή.
Όταν  όμως  απελπίζεται  ό  άλλος  γιά  τό  κακό  πού  κάνει,  απελπίζεται  καί  γιά  τό  καλό πού
έχει, τότε πώς θά ξεθαρρέψη, γιά νά άγωνισθή μέ προθυμία; Ένώ, άν τοϋ πής τά καλά πού
έχει  καί  τοΰ  καλλιεργήσης  τό  φιλότιμο  καί  τήν  αρχοντιά,  βοηθιέται,  αναπτύσσεται  καί
προχωράει.
Έγώ  έχω  τυπικό,  όταν  βλέπω  ότι  κάποιος  έχει  ένα  χάρισμα  ή  ότι  πάει  καλά  στόν
αγώνα του, νά τοϋ τό λέω καί, όταν βλέπω κάτι στραβό, νά παίρνω βρεγμένη σανίδα... Δέν
σκέφτομαι μήπως βλαφτή ή ψυχή μέ  τόν πρώτο ή  τόν  δεύτερο  τρόπο,  επειδή  καί  οί δύο
τρόποι  έχουν  αγάπη.  Άν  βλαφθή  άπό  τήν  συμπεριφορά  μου,  αυτό  σημαίνει  ότι  θά  έχη
βλάβη. Άν π.χ. ή εικόνα πού έκανε μιά αδελφή είναι καλή, θά της πώ ότι είναι καλή. Άν δώ
ότι ύπερηφανεύθηκε καί αρχίζει νά άποκτάη αναίδεια, θά της δώσω μιά καί θά τήν κάνω
πέρα.  Φυσικά,  άν  ύπερηφανευθή,  θά  κάνη  μετά  καρικατούρες,  οπότε  θά  φάη  άλλο
μάλωμα. Άν ταπεινωθή ξανά, θά κάνη πάλι καλή δουλειά. Έμενα αρρωστημένα πράγματα
δέν μέ αναπαύουν. Στραμπουλιγμένα πράγματα δέν τά μπορώ. Θά τά κάνω έτσι άπό 'δώ,
έτσι άπό 'κεΐ, ώστε νά βρουν τήν θέση τους. Τί; θά οικονομάω αρρωστημένες καταστάσεις;
- Γέροντα, όταν ό αναιδής γίνεται πιο αναιδής άπό τό ενδιαφέρον πού τού δείχνεις,
πώς θά τόν βοηθήσης;
- Νά  σοΰ  πώ:  όταν  βλέπω  ότι  ό  άλλος  δέν  βοηθιέται  άπό  τό  ενδιαφέρον  μου,  τήν
καλωσύνη, τήν αγάπη, τότε λέω ότι δέν έχω συγγένεια μαζί του καί αναγκάζομαι νά μήν τοϋ
φέρωμαι  μέ  καλωσύνη.  Κανονικά,  όσο  καλωσύνη  σοϋ  δείχνουν,  τόσο  πρέπει  νά
αλλοιώνεσαι, νά διαλύεσαι, νά λειώνης.
Παλιά τί είχε συμβή μέ κάποιον. Στήν άρχή, γιά νά τόν βοηθήσω, αναγκάστηκα νά τοϋ
πώ  μερικά  θεια  γεγονότα  πού  είχα  ζήσει.  Άντί  όμως  νά πή:  ¨Θεέ  μου,  πώς  νά  Σέ
ευχαριστήσω γι' αυτήν τήν παρηγοριά κ.λπ.³ καί νά διαλυθή, πήρε θάρρος καί φερόταν μέ
αναίδεια.  Τότε  κράτησα  μιά  αυστηρή  στάση.  ¨Θά  τόν  βοηθώ,  είπα,  άπό  μακριά  μέ  τήν
προσευχή³. Αυτό τό έκανα, όχι γιατί δέν τόν άγαποϋσα, άλλά γιατί αυτός ό τρόπος θά τόν
βοηθούσε.
- Καί άν, Γέροντα, καταλάβη, τό λάθος του καί ζητήση συγγνώμη;
- Αν τό καταλάβη, εντάξει, μπορούμε νά συνεννοηθούμε. Διαφορετικά, άν δέν βοηθιέται
άπό  τό  φιλότιμο  μου,  δέν  βρίσκω  ανταπόκριση,  καί  δέν  έχω  συγγένεια  μαζί  του.  Όταν  ό
άλλος  έχη  ευλάβεια,  ταπείνωση,  δέν  έχη  αναίδεια,  κι  έσϋ  κινείσαι  άπλά.  Έγώ  εξ  αρχής
φέρομαι  σέ  όλους  μέ  άνεση  καί  απλότητα.  Δέν  φέρομαι  περιορισμένα,  δήθεν  γιά  νά  μή
δώσω  θάρρος  στον  άλλον  καί  τόν  βλάψω.  Δίνομαι  ολόκληρος,  γιά  νά  βοηθηθή,  νά
άναπτυχθή μέσα σ' ένα κλίμα αγάπης, καί σιγά-σιγά τοϋ λέω τά κουσούρια του. Τόν θεωρώ
αδελφό μου, πατέρα μου, παππού μου, ανάλογα μέ τήν ηλικία του. Κάνω λιακάδα, γιά νά
βγουν  όλα  τά  φίδια,  οί  σκορπιοί,  τά σκαθάρια - τά πάθη -,  καί ύστερα τόν βοηθάω νά  τά
σκοτώση.  Άν  όμως  δώ  ότι  δέν  τό  εκτιμάει  αυτό  καί  δέν  βοηθιέται  άπό  τήν  συμπεριφορά
μου, άλλά εκμεταλλεύεται τήν απλότητα μου καί τήν αληθινή αγάπη μου καί αρχίζει νά φέ-
ρεται  μέ  αναίδεια,  τραβιέμαι  σιγά-σιγά,  γιά  νά  μή  γίνη  περισσότερο  αναιδής.  Άλλά  στήν
αρχή  δίνομαι  ολόκληρος,  γι'  αυτό  μετά  έχω  αναπαυμένη  τήν  συνείδηση  μου.  Μιά  φορά
στήν Μονή Στομίου είχα πάρει ένα παιδί, γιά  νά τό βοηθήσω, νά τοΰ μάθω καί τήν τέχνη
τοϋ  μαραγκού.  Τοϋ  φερόμουν  μέ  πολλή  καλωσύνη,  τόν  είχα  σάν  αδελφό.  Έβλεπα  όμως
μερικά πράγματα  πού  δέν  μέ  άνέπαυαν.  Μιά  φορά  τόν  ρωτάω:  ¨Τί  ώρα  εΐναι;.  ¨Μέ  τά
μυαλά τά δικά σου πάει τό ρολόι!, μοϋ λέει. Έ, τότε είπα: ¨Δέν συμφέρει νά συνεχίσω έτσι.
Θά συμμαζέψω σιγά-σιγά "τά μυαλά μου", γιατί δέν ωφελείται³. Κανονικά αυτός, αν ήταν
φιλότιμος, έτσι όπως τοϋ φερόμουν, έπρεπε νά διαλυθή. Άλλά είδα ότι δέν μέ χωρούσε, δέν
μέ  καταλάβαινε.  Ύστερα  μόνος  του  έφυγε  δέν  τόν  έδιωξα.  Βλέπεις,  ή  ανοχή,  ή  αγάπη
κάνουν τόν αναιδή πιο αναιδή και τόν φιλότιμο πιό φιλότιμο.

Ή καλωσύνη βλάπτει τόν αμετανόητο.



- Γέροντα, θυμάμαι, μιά φορά μέ είχατε μαλώσει πολύ.
- Άν  χρειασθή,  πάλι  θά  σέ  μαλώσω,  γιά  νά  πάμε  όλοι  μαζί  στόν  Παράδεισο.  Τώρα  θά
λάβω δρακόντεια μέτρα!...  Κοίταξε,  έχω  τυπικό πρώτα νά δώσω στόν  άλλον  νά καταλάβη
ότι χρειάζεται τό μάλωμα καί ύστερα νά τόν μαλώσω. Καλά δέν κάνω; Έγώ, επειδή μαλώνω
τόν  άλλον,  όταν βλέπω νά  κάνη  κάτι  βαρύ,  γίνομαι  κακός. Άλλά τί  νά  κάνω;  νά αναπαύω
καθέναν στό πάθος του, γιά νά είμαι τάχα καλός μαζί του, καί μετά νά πάμε όλοι μαζί στήν
κόλαση; Ποτέ δέν μέ πειράζει ή συνείδηση, όταν μαλώνω κάποιον ή τοϋ κάνω παρατήρηση
κι  εκείνος  στενοχωριέται,  γιατί  άπό  αγάπη  τό  κάνω,  γιά  τό  καλό  του.  Βλέπω  ότι  δέν
καταλαβαίνει  πόσο  πλήγωσε  τόν  Χριστό  μέ  αυτό  πού  έκανε,  γι'  αυτό  τόν  μαλώνω.  Έγώ
πονάω,  λειώνω  εκείνη  τήν  ώρα,  άλλά  δέν μέ  πειράζει  ή  συνείδηση,  γιατί  τόν  μάλωσα.
Μπορώ νά πάω νά κοινωνήσω ήσυχος,  χωρίς  νά εξομολογηθώ. Νιώθω μέσα μου  μιά πα-
ρηγοριά, μιά χαρά. Γιατί γιά μένα παρηγοριά καί χαρά είναι ή σωτηρία της ψυχής.
- Γέροντα, μού περνά ό λογισμός ότι μού μιλάτε παρηγορητικά, ή γιατί δέν σηκώνω
τήν αυστηρότητα ή γιατί μού έχετε πει πολλές φορές νά κάνω κάτι καί δέν το έκανα, οπότε
μέ αφήνετε.
- Ευλογημένη ψυχή,  μέ  τήν σωτηρία  τής ψυχής  σον  θα  παίζω;  Ό  νέος  κάνει  πρόβες.  Ό
μεγάλος έχει κρίση και βαδίζει σταθερά. Νά νιώθης σιγουριά. Άν δώ κάτι στραβό, εϊτε άπό
μακριά εϊτε άπό κοντά, θά σου τό πώ. Έσύ έχε εμπιστοσύνη καί ειρήνευε. Ά, δέν μ' έχετε
καταλάβει  έμενα!  Έτσι  εύκολα  θά  αναπαύω  λογισμούς;  Όταν  βλέπω  ότι  ή  ψυχή  είναι
ευαίσθητη  ή  συγκλονίζεται  ολόκληρη  άπό  τήν  συναίσθηση  τού  σφάλματος  της,  τί  νά  πώ;
Τότε τήν παρηγορώ, γιά νά μήν πέση στήν απελπισία. Όταν όμως βλέπω πέτρα τήν καρδιά,
τότε μιλώ αυστηρά, γιά νά τήν ταρακουνήσω. Άν ένας προ-χωράη προς τόν γκρεμό καί τοϋ
λέω:  ¨προχώρα,  πολύ  καλά  πάς,  δέν  εγκληματώ;  Τό  κακό  μέ  μερικούς  είναι  πού  δέν
πιστεύουν, όταν τούς λές νά μήν ανησυχούν, καί βασανίζονται. Άν δώ κάτι κακό, πώς δέν θά
τό πώ; Πώς νά άφήσης τόν άλλον νά πάη στήν κόλαση; Όταν έχης ευθύνη, θά βάλης καί τις
φωνές, όταν χρειάζεται. Γιά μένα πιο καλά είναι νά μή μιλάω, άλλά δέν μπορώ, όταν έχω
ευθύνη.
Ύστερα νά προσέξη κανείς τό έξης: Μοϋ κάνεις λ.χ. ένα κακό έγώ σέ συγχωρώ. Μοϋ
ξανακάνεις  κάποιο  άλλο  κακό  πάλι  σέ  συγχωρώ.  Έγώ  είμαι  εντάξει,  άλλά,  έάν  έσύ  δέν
διορθώνεσαι, επειδή σέ συγχωρώ, αυτό είναι πολύ βαρύ. Άλλο έάν δέν μπορής τελείως νά
διορθωθής.  Νά  προσπαθήσης  όμως  νά  διορθωθής,  όσο  μπορείς.  Όχι  νά  άναπαύης  τόν
λογισμό σου καί νά λές: ¨Άφού μέ συγχωρεί, εντάξει τακτοποιήθηκα καί δέν βαριέσαι, δέν
χρειάζεται  στενοχώρια.  Μπορεί  κάποιος  νά  σφάλλη,  άλλά  άν  μετανοή,  κλαίη,  ζητάη  μέ
συστολή συγχώρηση, αγωνίζεται νά διορθωθή, τότε υπάρχει ή αναγνώριση καί πρέπει καί ό
πνευματικός νά συγχωράη. Άν όμως δέν μετανοή καί συνεχίζη τήν τακτική του, δέν μπορεί
αυτός  πού  έχει  τήν  ευθύνη  τής  ψυχής  του  νά  γελάη.  Ή  καλωσύνη  τόν  αμετανόητο  τόν
βλάπτει.

Ό σεβασμός τής ελευθερίας τοΰ άλλον.



- Γέροντα,  είναι  δυνατόν  κανείς  συνειδητά  νά  κρύβη  μιά  πτώση  του  άπό  τόν
πνευματικό του;
- Ναί, άλλά, καί άν ξέρη ό πνευματικός τήν πτώση τον ή κάτι καταλαβαίνη, δέν συμφέρει,
ούτε  θά  τόν  ώφελήση,  νά  τοΰ  τό  πή.  Πολλές  φορές  βλέπω  στόν  αγώνα  τον  άλλου  κάτι,
καταλαβαίνω ή ξέρω τί έχει κάνει, όμως άπό σεβασμό δέν τοΰ λέω τίποτε, άν δέν μού τό πή
ό ίδιος. Τό θεωρώ εκβιασμό, ατιμία, νά τοΰ τό πώ, τήν στιγμή πού εκείνος δέν θέλει μόνος
του  νά  τό  φανέρωση.  Είναι  λεπτό  τό  θέμα,  γιατί  θά  τόν  ρεζιλέψης.  Πώς  νά  βιάσης  τόν
άλλον; Υπάρχει ελευθερία. Έκτος άν δώ ότι κινδυνεύει καί δέν πρόκειται νά βοηθηθή άπό
άλλου ή ότι έχει άγνοια καί θά σπάση τά μούτρα του, θά καταστραφή. τότε θά κοιτάξω μέ
τρόπο νά τοΰ πώ κάτι.
Είναι καλύτερα νά  δίνης στόν άλλον νά καταλαβαίνη ποΰ φταίει, εφόσον τό ζητήση,
καί νά χτυπά μόνος τον τόν παλαιό του άνθρωπο, γιατί έτσι πονά λιγώτερο. Βλέπεις, κι ένα
παιδάκι, όταν πέση μόνο του καί χτυπήση. κλαίει λιγώτερο άπ' ό,τι κλαίει, αν πέση, γιατί τό
έσπρωξε ένα άλλο παιδί. Γιά νά πή κανείς στόν άλλον νά κάνη κάτι, πρέπει αυτός πού θά τό
άκούση νά είναι ταπεινός καί αυτός πού θά τό πή νά είναι δέκα φορές πιο ταπεινός καί νά
προσπαθή νά τό έφαρμόζη αυτό πού θά πή. θά κάνω ενάμισι έγώ, γιά νά πώ στόν άλλον νά
κάνη ένα. καί πάλι θά σκεφθώ άν τό πώ.
Βέβαια,  ό  έλεγχος  γίνεται  πάντοτε  σε  άνθρωπο  που είναι  δικός  σου  ή  γνωστός.  Ό
πνευματικός  θά  δή  τί  δικαιώματα  τοΰ  έδωσε  ό  άλλος  καί  τί  ευθύνη  έχει  γι'  αύτον  καί
ανάλογα θά φερθή. Όταν έχη αναλάβει τήν ευθύνη τής ψυχής, τότε επιβάλλεται ό έλεγχος,
φυσικά  μέ  διάκριση.  Δέν  βοηθάει  όμως  νά  κάνης  στόν  άλλον  τόν  δάσκαλο  καί  νά  τόν
έλέγχης  γιά  τις  συνήθειες  του,  άν  εκείνος  δέν  σου  δώση  τό  δικαίωμα.  Είναι  σαν  νά  μπή
κάποιος  στο  κελλί  μου  και  νά  μοϋ  άλλάξη  τά πράγματα, νά μοϋ βάλη τό  κανδήλι  εδώ,  τό
κρεββάτι έκεϊ, νά κρέμαση τό κομποσχοίνι άλλου, χωρίς νά μέ ρωτήση.

Αγάπη πνευματικού προς τόν έξομολογούμενο.



Ό χαριτωμένος πνευματικός αγαπάει καί πονάει τήν ψυχή, γιατί γνωρίζει τήν μεγάλη
αξία της.  Τήν  βοηθάει  στήν  μετάνοια,  τήν  ξαλαφρώνει  μέ  τήν  εξομολόγηση,  τήν
ελευθερώνει  άπό  τό  άγχος  καί  τήν  οδηγεί  στόν  Παράδεισο.  Ό  πνευματικός  ονομάζεται
¨πατήρ, γι' αυτό πρέπει νά προσπαθήση νά είναι αληθινός πατέρας νά νουθετή μέ θεϊκή
αγάπη καί  στοργή. Νά έρχεται  στήν θέση τοϋ  κάθε έξομολογουμένου καί  νά  ζή  τόν πόνο
του,  ώστε  ό  έξομολογούμενος  νά  βλέπη  στο  πρόσωπο  του  ζωγραφισμένο  τόν  δικό  του
πόνο. Αυτό χρειάζεται ιδιαίτερα στήν εποχή μας, πού οί άνθρωποι έχουν ανάγκη άπό λίγο
δροσερό  νερό,  καί  όχι  άπό  δυνατό  ξίδι.  Οί περισσότεροι,  επειδή  δέχονται  επιδράσεις
δαιμονικές, δύσκολα δέχονται μιά πνευματική συμβουλή ή μιά παρατήρηση. Γι' αυτό καί τό
μάλωμα πρέπει νά γίνεται μέ αγάπη¾ ή υπόδειξη τοϋ σφάλματος μέ λεπτό τρόπο, μέ γέλιο ή
μέ ένα άστεϊο.
Ή  αγάπη  πληροφορεί,  ενώ  τά  ψυχικά  πάθη  προδίδουν  τόν  άνθρωπο.  Όταν  δέν
ύπάρχη αγάπη, ή παρατήρηση μπορεί νά γίνεται μέ όμορφο τρόπο, άλλά ό άλλος κλωτσάει,
γιατί  αισθάνεται  τό  ανθρώπινο  στοιχείο  στήν  συμπεριφορά  μας.  Ένώ,  όταν  τό μάλωμα
γίνεται  μέ  πόνο  καί  αγάπη,  ό  άλλος  μπορεί  νά  στενοχωριέται,  άλλά  στο  βάθος  δέν
πληγώνεται,  γιατί  νιώθει  τήν  αγάπη.  Γνωρίζω  έναν  πνευματικό  πού  είναι  αρκετά  παχύς  -
φυσικά είναι καί ή κράση του, άλλά μπορεί καί στο φαγητό λίγο νά μήν προσεχή -, ξέρετε
όμως  πόσο  πονάει  γιά  τόν  άλλον,  πόσο  ενδιαφέρεται  γιά  τούς  πονεμένους;  Αυτός  έχει
ταπείνωση,  γιατί  λέει  ότι  δέν  κάνει  άσκηση,  άλλά  παράλληλα  έχει  πολλή  καλωσύνη,  καί
έτσι πολλοί αναπαύονται περισσότερο σ' αυτόν παρά σέ έναν ασκητικό πνευματικό.
Ένας  πνευματικός, πού δέν  είναι  αποφασισμένος νά πάη ακόμη καί  στήν κόλαση  γιά  τήν
αγάπη των πνευματικών παιδιών του, δέν είναι πνευματικός.

Να αποκτήσουμε την εσωτερική ησυχία.



Σκοπός είναι ο άνθρωπος να τα αξιοποιήση όλα για αγώνα. Να προσπαθήση να αποκτήση την εσωτερική ησυχία. Να αξιοποιήση τον θόρυβο βάζοντας δεξιό λογισμό. Όλη η βάση είναι η καλή αντιμετώπιση. Όλα με καλούς λογισμούς να τα αντιμετωπίζη. Μέσα στον θόρυβο, αν πετύχη την εσωτερική ησυχία, έχει πολλή αξία. Αν δεν πετύχη την ησυχία μέσα στην ανησυχία, ούτε στην ησυχία θα ησυχάση. Όταν έρθη στον άνθρωπο η εσωτερική ησυχία, ησυχάζουν όλα μέσα του, και τίποτε δεν τον ενοχλεί. Αν θέλη την εξωτερική ησυχία, για να ησυχάση εσωτερικά, όταν βρεθή στην ησυχία, την ημέρα θα πάρη ένα καλάμι και θα διώχνη τα τζιτζίκια και το βράδυ θα διώχνη τα τσακάλια, για να μην τον ενοχλούν. Θα διώχνη δηλαδή αυτά που θα μαζεύη ο διάβολος. Τι νομίζετε; Ποια είναι η δουλειά του; Όλα μας τα φέρνει ανάποδα ο διάβολος, μέχρι που μας αναποδογυρίζει.
Σε μια Σκήτη δύο γεροντάκια πήραν ένα γαϊδουράκι που είχε ένα κουδουνάκι. Ένας νέος με ησυχαστικές τάσεις παραπονιόταν για το κουδουνάκι που είχε το ζώο και πήρε όλους τους Κανόνες, για να αποδείξη ότι δεν επιτρέπεται να έχουν γαϊδουράκι στην Σκήτη! Οι άλλοι Πατέρες είπαν ότι δεν τους ενοχλεί. Του λέω: “Δεν φθάνει εκεί πέρα που δεν μας απασχολούν τα γεροντάκια, αλλά εξυπηρετούνται με το γαϊδουράκι; Αν δεν είχε κουδουνάκι και το έχαναν, θα έπρεπε να πάμε εμείς να το βρούμε. Παραπονιόμαστε κιόλας;” Αν δεν έχουμε έτσι καλούς λογισμούς και δεν αξιοποιήσουμε τα πάντα στα πνευματικά, τότε και σε Αγίους κοντά να πάμε, δεν θα κάνουμε προκοπή. Βρέθηκα λ.χ. σε στρατόπεδο; Να αξιοποιήσω την σάλπιγγα σαν καμπάνα και το όπλο να μου θυμίζη τα πνευματικά όπλα κατά του διαβόλου. Εάν δεν τα αξιοποιήσουμε όλα στα πνευματικά, θα μας ενοχλή ακόμη και η καμπάνα. Ή εμείς θα τα αξιοποιήσουμε ή ο διάβολος θα τα εκμεταλλευθή. Ο ανήσυχος και στην έρημο θα μεταφέρη τον ανήσυχο εαυτό του. Πρώτα απ' όλα η ψυχή θα πρέπη να αποκτήση την εσωτερική ησυχία μέσα στην εξωτερική ανησυχία, για να μπορέση να ησυχάση έξω στην ησυχία.

Καλοί λογισμοί, το αντίδοτο του θορύβου.



Φυσικά, επειδή οι σημερινοί άνθρωποι χρησιμοποιούν, δυστυχώς, θορυβώδη μέσα ακόμη και για μικρές εξυπηρετήσεις, αν βρεθή κανείς για ένα διάστημα κάπου που έχει φασαρία, θα πρέπη να καλλιεργήση καλούς λογισμούς. Δεν μπορείς να πης, “μη χρησιμοποιής αυτό, μη χρησιμοποιής εκείνο, γιατί κάνει θόρυβο”, αλλά να φέρνης αμέσως καλό λογισμό. Π.χ. ακούς ψεκαστήρα και νομίζεις περνά ελικόπτερο. Να σκεφθής: “Μπορεί να ήταν αυτήν την ώρα μια αδελφή άρρωστη βαριά και να ερχόταν ένα ελικόπτερο να την πάρη για το νοσοκομείο. Τι στενοχώρια θα είχα τότε; Δόξα τω Θεώ, είμαστε όλες καλά”. Εδώ χρειάζεται το μυαλό και η εξυπνάδα, η τέχνη να φέρης καλό λογισμό. Ακούς π.χ. τον θόρυβο της μπετονιέρας, του αναβατόρ κ.λπ. Να πεις: “Δόξα σοι ο Θεός, δεν γίνεται βομβαρδισμός, δεν γκρεμίζονται σπίτια. Οι άνθρωποι έχουν ειρήνη και χτίζουν σπίτια”.
- Και όταν, Γέροντα, είναι χαλασμένα τα νεύρα;
- Χαλασμένα τα νεύρα; Τι θα πη αυτό; Μήπως είναι χαλασμένος ο λογισμός; Το πιο καλό απ' όλα είναι ο καλός λογισμός. Κάποιος κοσμικός είχε φτιάξει σπίτι σε ένα ήσυχο μέρος. Αργότερα από την μια μεριά έγινε γκαράζ, από την άλλη δρόμος και από την άλλη ένα κοσμικό κέντρο. Μέχρι τα μεσάνυχτα νταούλια. Δεν μπορούσε ο καημένος να κοιμηθή, έβαζε ωτασπίδες στ' αυτιά, άρχισε να παίρνη και χάπια. Κόντευε να τρελλαθή. Ήρθε και με βρήκε. “Γέροντα, αυτό και αυτό, μου λέει, δεν μπορούμε να ησυχάσουμε. Τι να κάνω; Σκέφτομαι να φτιάξω άλλο σπίτι”. “Να βάλης καλό λογισμό, του λέω. Να σκέφτεσαι, αν γινόταν πόλεμος και στο γκαράζ έφτιαχναν τα τανκς, δίπλα ήταν νοσοκομείο και έφερναν τα ασθενοφόρα τους τραυματίες και εσένα σου έλεγαν: “Κάθησε εδώ. Σου εξασφαλίζουμε την ζωή, δεν θα σε πειράξουμε. Μπορείς να βγαίνης από το σπίτι σου ελεύθερα μόνο στην ακτίνα που είναι κτισμένα αυτά, γιατί εκεί δεν θα πέση σφαίρα” ή “Να μείνης στο σπίτι σου και δεν θα σε ενοχλήση κανείς”, μικρό πράγμα θα ήταν αυτό; Δεν θα το θεωρούσες ευλογία; Γι' αυτό τώρα να πης: “Δόξα σοι ο Θεός, δεν γίνεται πόλεμος, ο κόσμος είναι καλά και κάνει τις δουλειές του. Στο γκαράζ αντί τανκς φτιάχνουν τα αυτοκίνητά τους οι άνθρωποι. Δόξα σοι ο Θεός, δεν υπάρχει νοσοκομείο, τραυματίες κ.λπ. Δεν περνούν τανκς, αυτοκίνητα περνούν και οι άνθρωποι τρέχουν στις δουλειές τους”. Αν φέρης έτσι καλό λογισμό, θα έρθη η δοξολογία μετά”. Κατάλαβε ο καημένος ότι όλη η βάση είναι σωστή αντιμετώπιση και έφυγε αναπαυμένος. Τα αντιμετώπισε σιγά-σιγά με καλούς λογισμούς, πέταξε και τα χάπια και κοιμόταν χωρίς δυσκολία. Βλέπεις με έναν καλό λογισμό πώς τακτοποιείται κανείς;
Μια φορά ταξίδευα με το λεωφορείο και ο εισπράκτορας έβαλε το ράδιο δυνατά. Μερικοί νεαροί που θρήσκευαν, είπαν ότι είναι και ένας μοναχός και του έκαναν επανειλημμένως νόημα να το κλείση. Μια-δύο, τίποτε αυτός, το έβαλε πιο δυνατά. “Αφήστε τον, τους είπα, δεν πειράζει, μου κάνει ισοκράτημα στην ψαλμωδία μου”. Με τον λογισμό μου έλεγα: “Αν, Θεός φυλάξοι, γινόταν ένα ατύχημα λίγο πιο πέρα και αναγκάζονταν να βάλουν στο δικό μας αυτοκίνητο ανθρώπους σακατεμένους, άλλος να είναι με σπασμένο πόδι, άλλος με σπασμένο κεφάλι, πώς θα άντεχα αυτήν την σκηνή; Δόξα σοι ο Θεός, οι άνθρωποι είναι καλά και τραγουδούν κιόλας”! Έτσι ταξίδευα μια χαρά ψάλλοντας.
Να σας πω και άλλο παράδειγμα, για να δήτε πώς τακτοποιείται κανείς σε όλες τις περιπτώσεις με έναν καλό λογισμό! Ήμουν στα Ιεροσόλυμα με κάποιον γνωστό,. Εκεί είχαν μια γιορτή. Γιόρταζαν και φώναζαν συνέχεια “α λαλα...αχ” Χαλασμός γινόταν! “Εν αλαλαγμώ... και εν κυμβάλοις αλαλαγμού”! Δεν καταλάβαινες τι έλεγαν! Όλη νύχτα φώναζαν. Ο γνωστός μου νευρίασε, βγήκε στο παράθυρο, δεν έκλεισε μάτι. Εγώ με έναν καλό λογισμό που έβαλα, κοιμήθηκα σαν το πουλάκι. Θυμήθηκα την Έξοδο των Εβραίων από την Αίγυπτο και ένιωθα μια συγκίνηση.
Έτσι και εσείς πάντα με καλούς λογισμούς όλα να τα αντιμετωπίζετε. Χτύπησε π.χ. μια πόρτα; Να πήτε: “Αν, Θεός φυλάξοι, πάθαινε κάτι μια αδελφή, χτυπούσε και έσπαζε το πόδι της, θα κοιμόμουν εγώ; Τώρα χτύπησε η πόρτα, θα είχε κάποια δουλειά η αδελφή”. Αν όμως μια αρχίση να κατακρίνη και πη: “Χτύπησε την πόρτα, απρόσεκτη είναι! Τι κατάσταση είναι αυτή!”, πού να ησυχάση μετά! Από την στιγμή που θα βάλη τέτοιους λογισμούς, μετά το ταγκαλάκι θα την αναστατώση. Ή μπορεί να ακούη μια αδελφή την νύχτα τα ξυπνητήρια που χτυπάνε. Χτύπησε λ.χ. το ένα μια φορά, μετά από λίγο ξαναχτυπάει το ίδιο. Αν σκεφθή: “Αυτή η ψυχή ήταν κατάκοπη, δεν μπόρεσε να σηκωθή. Καλύτερα να ξεκουραζόταν μισή ώρα παραπάνω και μετά να έκανε τα πνευματικά της”, δεν θα ανησυχήση ούτε θα στενοχωρηθή που ξύπνησε. Αν όμως σκεφθή τον εαυτό της που ξύπνησε από τα ρολόγια, μπορεί να πη: “Τι γίνεται εδώ; Δεν μπορεί να ησυχάση κανείς λίγο!”. Γι' αυτό, όσο βοηθάει ένας καλός λογισμός, δεν βοηθάει καμμιά άλλη άσκηση

Να σεβασθούμε την ησυχία των άλλων.



Όταν δεν είμαστε εμείς αιτία για τον θόρυβο που υπάρχει, δεν πειράζει, ο Θεός βλέπει. Αλλά, όταν εμείς είμαστε αιτία, τότε είναι κακό. Γι' αυτό πάντα πρέπει να προσέχουμε, να μην ενοχλούμε τους άλλους. Αν ένας δεν θέλη να προσευχηθή, τουλάχιστον να μη βάζη παράσιτα και στους άλλους. Αν καταλαβαίνατε την μεγάλη ζημιά που κάνετε στον άλλον που προσεύχεται, θα προσέχατε πάρα πολύ. Γιατί, αν κανείς δεν το νιώση σαν μια ανάγκη προσωπική και σαν βοήθεια για το σύνολο, ώστε να το κάνη με την καρδιά του, από αγάπη και όχι αναγκαστικά, αλλά η σαν πειθαρχία, αυτό δεν θα έχη καλά αποτελέσματα. Όταν το κάνη με σφίξιμο, σαν μια πειθαρχία, και λέη, “τώρα πρέπει να περπατήσω έτσι, για να μην ενοχλήσω, τώρα πρέπει να μην περπατήσω ελεύθερα...”, είναι βάσανο! Σκοπός είναι να το κάνη με την καρδιά του, με χαρά, επειδή ο άλλος προσεύχεται, επικοινωνεί με τον Θεό. Πόσο διαφέρει το ένα από το άλλο! Ό,τι κάνει κανείς με την καρδιά του, το χαίρεται και τον βοηθάει. Όταν το αισθανθή σαν ανάγκη να σεβασθή τον άλλον που προσεύχεται, αισθάνεται ένα δέος μετά. Και όταν κανείς σέβεται τον άλλον, τον ίδιο τον εαυτό του σέβεται και τότε τον εαυτό του δεν τον υπολογίζει, γιατί δεν έχει φιλαυτία αλλά φιλότιμο. Να μπαίνη ο ένας στην θέση του άλλου. Να σκέφτεται: “Αν ήμουν εγώ στην θέση εκείνου, πώς θα ήθελα να μου φερθούν; Αν ήμουν κουρασμένος, αν προσευχόμουν, θα ήθελα να χτυπούν έτσι τις πόρτες;” Όταν μπαίνης στην θέση του άλλου, τα πράγματα αλλάζουν.
Στα Κοινόβια πρώτα τι όμορφα ήταν! Ησυχία! Είχαν και το ρολόι που χτυπούσε κάθε τέταρτο, για να θυμάται καθένας να λέη την ευχή. Και να ξεχνιόταν κανείς, άκουγε το ρολόι που χτυπούσε κάθε τέταρτο, και άρχιζε πάλι την ευχή. Πολύ βοηθούσε το ρολόι. Έλεγαν οι Πατέρες την ευχή και είχε ησυχία, γαλήνη μεγάλη μέσα στο Μοναστήρι. Στο Κοινόβιο που ήμουν στο Άγιον Όρος ήμασταν εξήντα Πατέρες και ήταν σαν να ήταν ένας ησυχαστής. Είχαν όλοι την ευχή. Στην Εκκλησία λίγοι έψαλλαν και οι περισσότεροι νοερά προσεύχονταν. Στα διακονήματα το ίδιο. Μια ησυχία παντού! Δεν μιλούσαν δυνατά ούτε φώναζαν. Ήσυχα έκαναν τα διακονήματά τους. Όλοι αθόρυβα κινούνταν σαν τα πρόβατα. Πάντα υπήρχε αθόρυβα μια κίνηση στο Μοναστήρι. Δεν ήταν όπως τώρα που έχουν στα Κοινόβια ώρα διακονίας, ώρα ησυχίας... σιωπητήριο! Καθένας κινιόταν ανάλογα με την διακονία του.
Πρέπει να αγαπήσουμε την ευλογημένη έρημο και να την σεβασθούμε, εάν θέλουμε να μας βοηθήση και αυτή με την αγία της ερημία και την γλυκειά της ηρεμία, για να ημερέψουμε, να ερημωθούν τα πάθη μας και να πλησιάσουμε στον Θεό. Χρειάζεται προσοχή μην τυχόν και προσαρμόση κανείς την αγία έρημο με τον εμπαθή εαυτό του. Αυτό είναι μεγάλη ασέβεια (σαν να πηγαίνης προσκύνημα στον Άγιο Γολγοθά με μπουζούκια).

Τον θόρυβο άμα θέλη τον ακούει κανείς.



- Γέροντα, όταν στο διακόνημα υπάρχη θόρυβος ή για το εργόχειρο χρειάζεται μια μηχανή που κάνει θόρυβο, τι να κάνη κανείς;
- Όταν καμμιά φορά το εργόχειρο είναι θορυβώδες, πολύ βοηθάει η σιγανή ψαλμωδία. Αν δεν μπορήτε να κάνετε ευχή, να ψάλλετε. Θέλει υπομονή. Όταν έρχωμαι με το καράβι, έχει πολύ θόρυβο. Κάθομαι σε μια γωνιά, κλείνω και τα μάτια σαν να κοιμάμαι, για να μη με ενοχλή ο κόσμος, και ψάλλω – και τι δεν ψάλλω! Πόσα “Άξιον έστιν”, πόσα “Άγιος ο Θεός”! Κάνει και έναν κρότο το καράβι που ταιριάζει ακριβώς με την ψαλτική! Γίνεται ισοκράτημα στο “Άξιον έστιν” του Παπανικολάου, στο “Άγιος ο Θεός” του Νηλέως, σε όλα ταιριάζει αυτός ο κρότος! Ψάλλω με τον νου μου, συμμετέχει όμως και η καρδιά.
Πάντως, νομίζω, δεν είναι τόσο ο εξωτερικός θόρυβος που ενοχλεί, όσο η μέριμνα. Την φασαρία, αν θέλη, την ακούει κανείς. Ενώ την μέριμνα δύσκολο να την αποφύγη. Ο νους είναι η βάση. Τα μάτια μπορεί να κοιτάζουν κάτι και να μην το βλέπουν. Όταν προσεύχωμαι, μπορεί να κοιτάζω, αλλά δεν βλέπω. Περπατάω, και μπορεί να κοιτάζω ένα τοπίο κ.λπ., αλλά να μην το βλέπω. Όταν δυσκολεύεται κανείς να λέη την ευχή μέσα στον θόρυβο, είναι γιατί ο νους δεν είναι δοσμένος στον Θεό. Πρέπει να φθάση ο άνθρωπος στην θεία αφηρημάδα, για να ζήση την εσωτερική ησυχία και να μην ενοχλήται από τον θόρυβο στην προσευχή. Φθάνει στο σημείο εκείνο της θείας αφηρημάδας που δεν ακούει πια τους θορύβους ή τους ακούει όταν θέλη ή, μάλλον, όταν κατεβαίνη ο νους από τον Ουρανό. Και θα φθάση σ' αυτό το σημείο, αν δουλέψη πνευματικά, αν αγωνισθή. Τότε θα ακούη όποτε αυτός θέλει.
Όταν ήμουν στον στρατό, είπα μια φορά σε έναν ευλαβή συστρατιώτη μου: “Στο τάδε μέρος θα συναντηθούμε”. “Μα εκεί υπάρχει μεγάφωνο”, μου λέει. “Άμα θέλη, του λέω, ακούει κανείς, αν δεν θέλη, δεν ακούει”. Όταν είναι ο νους μας κάπου, ακούμε; Εκεί στο δάσος, απέναντι από το Καλύβι, γύμνωναν το βουνό με τα αλυσοπρίονα. Όταν διάβαζα ή προσευχόμουν και ήμουν προσηλωμένος, δεν άκουγα τίποτε. Όταν σταματούσα, όλα τα άκουγα.

Η ησυχία είναι μυστική προσευχή.



Ο μοναχός με όλα αυτά τα θορυβώδη μέσα διώχνει τις προϋποθέσεις της προσευχής και της μοναχικής ζωής. Γι' αυτό, όσο γίνεται, να μη χρησιμοποιή θορυβώδη μέσα. Αυτά που θεωρούν οι άνθρωποι σήμερα ευκολίες, στην ουσία δεν τον ωφελούν τον σκοπό του. Δεν μπορεί να βρη ο μοναχός μέσα σε μια τέτοια κατάσταση αυτό για το οποίο ξεκίνησε.
Η ησυχία είναι μεγάλη υπόθεση. Ακόμη και να μην προσεύχεται κανείς, και μόνο με την ησυχία προσεύχεται. Είναι μυστική προσευχή και πολύ βοηθάει στην προσευχή σαν την άδηλη αναπνοή στον άνθρωπο. Αυτός που κάνει δουλειά πνευματική στην ησυχία βυθίζεται μετά στην ευχή. Ξέρεις τι θα πη βυθίζεται; το παιδάκι, όταν λουφάζη στην αγκαλιά της μάνας, δεν μιλάει. Είναι ένωση πλέον, επικοινωνία. Γι' αυτό πολύ βοηθάει το Μοναστήρι να είναι απομακρυσμένο από τον κόσμο και από αρχαιολογικούς χώρους και κοσμικούς θορύβους και από τους πολλούς ακόμη ανθρώπους.
Η εξωτερική ησυχία, μακριά από τον κόσμο, με την διακριτική άσκηση και την αδιάλειπτη προσευχή, πολύ γρήγορα φέρνει και την εσωτερική ησυχία -την ειρήνη της ψυχής- η οποία είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για την πνευματική λεπτή εργασία. Τότε πια ο άνθρωπος δεν ενοχλείται από την εξωτερική ανησυχία, γιατί στην ουσία μόνον το σώμα βρίσκεται στην γη, ενώ ο νους βρίσκεται στον Ουρανό.

Κατέστρεψαν και τα άγια ερημικά μέρη.



Το ανήσυχο κοσμικό πνεύμα της εποχής μας κατέστρεψε, δυστυχώς, με τον δήθεν πολιτισμό του ακόμη και τα άγια ερημικά μέρη, που γαληνεύουν και αγιάζουν τις ψυχές. Ο ανήσυχος άνθρωπος δεν ησυχάζει ποτέ. Δεν άφησαν πουθενά τόπο ήσυχο. Ακόμη και τους Αγίους Τόπους τους έχουν κάνει τώρα!... Όπως αναφέρεται και στον βίο της Ερημίτιδος Φωτεινής , στην έρημο, όπου είχε ασκητέψει, έκαναν μετά περίπτερα, καντίνες!... Μέσα στα ασκητήρια, όπου ασκήτεψαν τόσοι μοναχοί, τόσοι Άγιοι,πουλούσαν αναψυκτικά οι Άγγλοι! Πάει η έρημος! Σπίτια, ραδιόφωνα, μαγαζιά, ξενοδοχεία, αεροδρόμια! Έγινε αυτό που λέει ο Άγιος Κοσμάς: “Εκεί που κρεμούν τώρα τα παλληκάρια τα καριοφίλια, θα 'ρθη καιρός που θα κρεμούν οι γύφτοι τα όργανα!” Θέλω να πω, έτσι καταντήσαμε και εμείς, εκεί που ασκήτευαν, που είχαν τα κομποσχοίνια οι μοναχοί, τώρα έχουν ραδιόφωνα, αναψυκτικά!... Ε, φαίνεται, μετά από λίγα χρόνια δεν θα χρειάζωνται αυτά. Όπως δείχνουν τα πράγματα, γενικά, φαίνεται η ζωή πλησιάζει στο τέλος. Τελειώνει η ζωή, τελειώνει και αυτός ο κόσμος.
- Γέροντα, στο Άγιον Όρος υπάρχει τώρα τόπος ήσυχος;
- Πού τόπος ήσυχος και εκεί τώρα; αφού ανοίγουν συνέχεια δασικούς δρόμους! Αυτοκίνητα από εδώ, αυτοκίνητα από εκεί! Ακόμη και στα πιο ερημικά και ησυχαστικά μέρη έχουν πάρει αυτοκίνητο. Απορώ τι ζητάνε αυτοί οι άνθρωποι στην έρημο! Ο Μέγας Αρσένιος  στην έρημο άκουγε τα καλάμια που σείονταν, όταν φυσούσε γλυκά, και έλεγε: “Τι θόρυβος είναι αυτός; Σεισμός γίνεται;” Πού να έβλεπαν οι Άγιοι Πατέρες αυτά που γίνονται σήμερα!
Παλιά οι διακονητές  στα Κοινόβια, ιδίως ο τραπεζάρης και ο αρχοντάρης, πολύ κουράζονταν. Έπρεπε να πλύνουν τα πιάτα, να τρίψουν τα μπακιρένια σκεύη... Σήμερα έχουν ευκολίες, έχουν διάφορα σύγχρονα μέσα και τα περισσότερα κάνουν θόρυβο. Θυμάμαι, εμείς στο Κοινόβιο με τα δοχεία κουβαλούσαμε το νερό από μια πηγή και με το μαγγάνι το ανεβάζαμε σιγά-σιγά στον τρίτο όροφο. Τώρα φέρνουν το νερό με την μηχανή και ακούς συνέχεια ντούκου-ντούκου. Τα ντουβάρια σείονται, τα τζάμια τρίζουν! Τουλάχιστον να βάλουν έναν σιγαστήρα. Στον στρατό, με τον ανταρτοπόλεμο, με έναν σιγαστήρα φόρτιζα την μπαταρία του ασύρματου, και απέναντι δεν με άκουγαν.
Ήρθαν μια μέρα στο Καλύβι μοναχοί από ένα Μοναστήρι και μιλούσαν δυνατά. “Πιο σιγά, λέω στον έναν, μας ακούνε πιο πέρα!” Τίποτε αυτός. “Πιο σιγά”, του ξαναλέω. “Ευλόγησον, Γέροντα, μου λέει, συνηθίσαμε να φωνάζουμε στο Μοναστήρι, γιατί έχουμε την γεννήτρια και μιλάμε δυνατά, για να ακούμε”. Ακούς εκεί; Αντί να λένε την ευχή και να μιλούν σιγά, φωνάζουν, γιατί έχουν την γεννήτρια! Και το κακό είναι ότι, όπως μερικά παιδιά αφήνουν την εξάτμιση, για να ακούνε ντούκου-ντούκου..., φθάνει αυτό το πνεύμα τώρα και στον Μοναχισμό. Εκεί πάμε τώρα, το χαίρονται δηλαδή.
Είδα μια αδελφή σήμερα το πρωί, ήταν σαν τους αστροναύτες! Κατέβαινε από πάνω τον κατήφορο με την ψάθα στο κεφάλι, την μάσκα στην μύτη, το χορτοκοπτικό στο χέρι, και καμάρωνε. Οι αστροναύτες δεν καμάρωναν τόσο, όταν κατέβαιναν από το φεγγάρι! Ακούω σε λίγο βου... β... β... Κοιτάζω, έκοβε χόρτα με το χορτοκοπτικό! Να μην μείνη ένας χώρος που να μην ακούγεται βου... Τέλειωσε αυτή, έρχεται μετά και ο άλλος με το πιο “βου”, να οργώση! Έτρεχε από 'δω, έτρεχε από 'κει. Μετά παίρνει άλλο μηχάνημα, να σιάξη το χώμα. Βρε, τι πάθαμε!
- Επειδή όμως, Γέροντα, υπάρχουν αυτά τα μέσα που διευκολύνουν...
- Ω, ξέρετε πόσα μέσα υπάρχουν! Όσο μπορείτε, τα βουητά, τους θορύβους να τα αποφεύγετε. Το βουητό μας βγάζει έξω από το Μοναστήρι. Τι την έχετε μετά κάτω στην πόρτα την ταμπέλα να γράφη “Ησυχαστήριο”; Γράψτε καλύτερα “Βουηστήριο” ή “Ανησυχαστήριο!” Τι να το κάνω το Μοναστήρι, αν δεν έχη ησυχία; Κοιτάξτε εκεί πέρα, όσο μπορείτε, να τα περιορίσετε αυτά. Ακόμη αυτήν την γλυκειά ησυχία δεν την καταλάβατε. Αν την καταλαβαίνατε, θα μπορούσατε να με καταλάβετε καλύτερα και να καταλάβετε μερικά πράγματα. Αν θα γευόσασταν από τους πνευματικούς καρπούς της ησυχίας, θα υπήρχε ασφαλώς και η καλή ανησυχία και θα επιδιώκατε περισσότερο την αγία ησυχία της πνευματικής ζωής.

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2012

Να αποκτήσουμε την καλή μέριμνα.



Πρέπει να ζητούμε πρώτα την Βασιλεία των Ουρανών και αυτή να είναι η μέριμνά μας, και όλα τα άλλα θα μας δοθούν. Άμα ξεχνιέται ο άνθρωπος σ΄ αυτήν την ζωή, χάνει τον καιρό του και χαραμίζεται. Άμα δεν ξεχνιέται και ετοιμάζεται για την άλλη ζωή, τότε έχει νόημα αυτή η ζωή. Όταν ο άνθρωπος σκέφτεται πώς να βολευτή εδώ, βασανισμένος είναι, και κουράζεται και κολάζεται.
Να μη σας πιάνη αγωνία και μανία: «Τώρα πρέπει να κάνουμε αυτό, ύστερα εκείνο», γιατί θα σας βρη σε τέτοια κατάσταση ο Αρμαγεδών. Και μόνον η αγωνία στο φτιάξιμο είναι δαιμονικό. Γυρίστε το κουμπί στον Χριστό, γιατί διαφορετικά θα ζήτε δήθεν κοντά στον Χριστό, αλλά εσωτερικά θα υπάρχει όλο το κοσμικό φρόνημα, και φοβάμαι μην το πάθετε σαν τις μωρές παρθένες.
Οι φρόνιμες παρθένες  δεν είχαν μόνον καλωσύνη, είχαν και την καλή μέριμνα, είχαν εγρήγορση, δεν είχαν αδιαφορία. Οι μωρές παρθένες είχαν αδιαφορία, δεν είχαν εγρήγορση. Γι΄ αυτό ο Κύριος είπε: «Γρηγορείτε». Ήταν παρθένες αλλά μωρές. Και αν μια είναι εκ γενετής μωρή, είναι ευλογία από τον Θεό γι΄ αυτήν. Πάει δίχως εξετάσεις στην άλλη ζωή. Μια όμως που έχει μυαλό και ζη μωρά, αυτή θα είναι αναπολόγητη την ημέρα της Κρίσεως.
Βλέπετε και στην περίπτωση της Μάρθας και της Μαρίας που αναφέρει το Ευαγγέλιο, πώς η μέριμνα έκανε την Μάρθα να φερθή κατά κάποιον τρόπο με αναίδεια; Φαίνεται ότι στην αρχή και η Μαρία την βοηθούσε, αλλά, όταν είδα να μην τελειώνη τις ετοιμασίες της, την άφησε και έφυγε. «Τι, θα χάσω εγώ τον Χριστό μου για τις σαλάτες και τα γλυκά;» σκέφθηκε. Λες και ο Χριστός είχε πάει να φάη τις σαλάτες και τα φαγητά της Μάρθας. Και τότε η Μάρθα πειράχθηκε και είπε: «Κύριε, ου μέλλει σοι ότι η αδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονείν;»
Ας προσέξουμε να μην πάθουμε και εμείς σαν την Μάρθα. Ας ευχηθούμε να γίνουμε καλές «Μαρίες».

Όπου πολύς περισπασμός, εκεί πολλά πνευματικά παράσιτα.



- Γέροντα, δεν στενοχωριόσασταν, όταν ύστερα από τόσο κόπο που καταβάλατε, για να φτιάξετε ένα Κελλί, το αφήνατε και πηγαίνατε αλλού;
- Για να φύγω, κάποιος σοβαρός λόγος θα υπήρχε.
- Και παντού κάνατε μόνον τα απαραίτητα;
- Ναι, έκανα μόνον τα απαραίτητα για εδώ, για να μπορώ να κάνω τα απαραίτητα για πάνω, για τον Ουρανό. Αν χαθής με τα επίγεια, χάνεις τον δρόμο σου για τον Ουρανό. Κάνεις το ένα, μετά θέλεις και το άλλο. Και αν μπης σ' αυτό το γρανάζι, χάθηκες! Αν χαθής με τα επίγεια, χάνεις τα ουράνια. Όπως τα ουράνια δεν έχουν τελειωμό, έτσι και τα επίγεια δεν έχουν τελειωμό. Ή θα χαθής εδώ ή θα... “χαθής” εκεί. Ξέρεις τι είναι να “χάνεσαι” εκεί πάνω! Ω, έλεγα την ευχή και βυθιζόμουν! Βυθίσθηκες καμμιά φορά στην ευχή;
Η πολλή δουλειά με την κόπωσή της και τον περισπασμό, ιδίως όταν γίνεται με βιασύνη, δεν βοηθάει. Παραμερίζει την νήψη και αγριεύει την ψυχή. Δεν μπορεί όχι μόνο να προσευχηθή κανείς, αλλά ούτε να σκεφθή. Δεν μπορεί να ενεργήση με σύνεση, και έτσι οι ενέργειες του δεν είναι σωστές.
Γι' αυτό προσέξτε, μη σπαταλάτε τον χρόνο σας άσκοπα, χωρίς να τον αξιοποιήτε στα πνευματικά, γιατί θα φθάσετε σε σημείο να αγριέψετε πολύ και να μην μπορήτε πλέον να κάνετε πνευματικά. Θα θέλετε να ασχολήσθε με δουλειές ή να συζητάτε ή θα επιδιώκετε να υπάρχουν θέματα, για να βρίσκεσθε σε δουλειά. Με την παράλειψη της ευχής και των πνευματικών καθηκόντων ο εχθρός καταλαμβάνει τα πνευματικά μας υψώματα και μας πολεμάει και με την σάρκα και με λογισμούς. Μας αχρηστεύει όλες τις δυνάμεις, τις ψυχικές και σωματικές, και κόβει την επικοινωνία μας με τον Θεό, οπότε είναι επόμενο να αιχμαλωτισθή η ψυχή μας στα πάθη.
Ο Παπα-Τύχων έλεγε στους μοναχούς ότι πρέπει να ζουν ασκητικά, για να ελευθερωθούν από τις μέριμνες, και όχι να δουλεύουν σαν εργάτες και να τρώνε σαν κοσμικοί. Γιατί το έργο του μοναχού είναι οι μετάνοιες, οι νηστείες, οι προσευχές όχι μόνο για τον εαυτό του αλλά και για όλον τον κόσμο, ζωντανούς και πεθαμένους, και λίγη δουλειά για τα απαραίτητα, για να μην επιβαρύνη τους άλλους.
- Γέροντα, ο περισπασμός πάντοτε είναι εμπόδιο στην πνευματική ζωή;
- Αν ασχολήσαι με τα απαραίτητα της υπακοής, και περισπασμό να έχης, δεν θα πάθης ζημιά. Εάν το ενδιαφέρον σου για το διακόνημα που σου αναθέτουν ή για να βοηθήσης μια αδελφή δεν ξεπεράση τα όρια, η λαχτάρα θα είναι για την ευχή και η βοήθειά σου θα είναι θετική. Όταν όμως μόνος του κανείς ξεπερνάη τα όρια και προσθέτη περισπασμό και ασχολήται με χαμένα πράγματα, τότε σκορπάει ο νους και φεύγει από τον Θεό. Και όταν ο νους δεν είναι στον Θεό, πώς θα νιώση κανείς την χαρά του Θεού; Η καρδιά εύκολα παγώνει. Και εγώ, όταν όλη την ημέρα έχω κόσμο, αν και είναι πνευματικό το έργο, όταν το βράδυ πάω να προσευχηθώ, δεν είναι η καρδιά μου όπως όταν προσεύχωμαι όλη την ημέρα. Γεμίζει το μυαλό με ένα σωρό πράγματα και είναι δύσκολο να τα αποβάλη κανείς. Όσο μπορείς να λες την ευχή μέσα στην ημέρα και να σιγοψάλλης.
Πολύ βοηθάει και η λίγη πνευματική μελέτη, ιδίως πριν από την προσευχή. Πολύ θερμαίνει την ψυχή και σκορπάει τις μέριμνες της ημέρας, και τότε, με ελευθερωμένη την ψυχή και μεταφερμένη στην πνευματική θεία ατμόσφαιρα, κινείται απερίσπαστα ο νους. Με ένα κομματάκι από το Ευαγγέλιο ή από το Γεροντικό που έχει μικρά κομματάκια αλλά δυνατά, ο νους μεταφέρεται σε πνευματικό χώρο και δεν φεύγει πια. Γιατί ο νους είναι σαν ένα ζωηρό παιδί που τρέχει πότε από 'δω, πότε από 'κει. Άμα όμως το γλυκάνης με καμμιά καραμέλλα, δεν φεύγει.
Το απερίσπαστο και το αμέριμνο φέρνουν την εσωτερική ησυχία και την πνευματική επιτυχία. Οι μέριμνες απομακρύνουν από τον Θεό. Όταν υπάρχη πολύς περισπασμός, υπάρχουν πολλά πνευματικά παράσιτα και οι πνευματικοί ασύρματοι δεν εργάζονται με σήματα καλά. Ο μοναχός είναι αδικαιολόγητος να μην κάνη πνευματική ζωή. Οι καημένοι οι λαϊκοί έχουν ένα σωρό φροντίδες, και πάλι κάνουν προσπάθεια. Ο μοναχός δεν έχει τις φροντίδες που έχουν εκείνοι. Ούτε για ενοίκια σκέφτεται ούτε για χρέη ούτε αν έχη ή δεν έχη δουλειά. Και τον Πνευματικό του κοντά τον έχει και την Εκκλησία μέσα στο Μοναστήρι, προσευχές, Ευχέλαια, Παρακλήσεις, Λειτουργίες. Έχει το αμέριμνο και κοιτάει πώς να γίνει άγγελος, δεν έχει άλλο σκοπό. Ενώ ο λαϊκός έχει τόσες φροντίδες! Κοιτάει πώς να αναθρέψη τα παιδιά του κ.λπ. και αγωνίζεται παράλληλα και για την σωτηρία της ψυχής του. Έλεγε ο Γερο-Τρύφων  : “Ο μοναχός θέλει αγρυπνία; Μπορεί. Θέλει νηστεία; Μπορεί. Ούτε γυναίκα ούτε παιδιά έχει. Ο κοσμικός δεν μπορεί. Έχει παιδιά... Το ένα θέλει παπούτσια, το άλλο θέλει ρούχα, το άλλο θέλει...”.

Η πολλή δουλειά και μέριμνα κοσμικοποιούν τον μοναχό.



Καλά είναι όποιος θέλει να ζήση πνευματικά, και ιδίως ο μοναχός, να βρίσκεται απομακρυσμένος από ορισμένες ασχολίες, φτιαξίματα κ.λπ., που τον απομακρύνουν από τον πνευματικό στόχο. Να μην ξανοίγεται με πολλές ατέλειωτες δουλειές, γιατί οι δουλειές δεν τελειώνουν. Και αν δεν μάθη να κάνη δουλειές εσωτερικές στον εαυτό του, θα ξεφεύγη στις εξωτερικές συνέχεια. Οι άνθρωποι που προσπαθούν να τελειώσουν τις δουλειές τις ατέλειωτες, τελειώνουν αυτήν την ζωή με ατέλειες πνευματικές και μετανοούν στο τέλος της ζωής τους, αλλά αυτό δεν τους βοηθάει πια σε τίποτε, γιατί έχει βγη το διαβατήριο. Άλλωστε και μια ανάπαυλα από τις δουλειές είναι απαραίτητη για ένα μικρό έστω διάστημα.
Όταν οι πολλές εργασίες ελαττωθούν, φυσιολογικά θα έρθη η σωματική ξεκούραση και η δίψα για εσωτερική εργασία, η οποία δεν κουράζει, αλλά ξεκουράζει. Τότε και η ψυχή θα αναπνέη άφθονο πνευματικό οξυγόνο. Η κούραση από πνευματική εργασία δεν κουράζει, αλλά ξεκουράζει, γιατί ανεβάζει τον άνθρωπο ψηλά και τον πλησιάζει στον φιλόστοργο Πατέρα, οπότε και η ψυχή του αγάλλεται.
Η σωματική κούραση, όταν δεν έχη νόημα πνευματικό, ή μάλλον όταν δεν προέρχεται από πνευματική ανάγκη, για να δικαιολογήται, αγριεύει τον άνθρωπο. Και το πιο ήμερο αλογάκι, όταν το πολυκουράση κανείς, αρχίζει να κλωτσάη και, παρ' όλο που δεν είχε κακό χούι, αποκτάει αργότερα – ενώ, όσο μεγαλώνει, θα έπρεπε να γίνεται πιο φρόνιμο.
Μερικά πράγματα μπορεί να παραλείπωνται, για να προηγούνται τα πνευματικά. Η πολλή δουλειά και η πολλή μέριμνα κοσμικοποιούν τον μοναχό και το αισθητήριό του γίνεται κοσμικό. Ζη πια σαν κοσμικός με όλο το άγχος και την κοσμική αγωνία, με λίγα λόγια ένα μέρος της κολάσεως ζη από τούτη την ζωή, με τις συνεχείς μέριμνες, ανησυχίες και συμφορές. Όταν ο μοναχός δεν μεριμνά για τα υλικά αλλά για την σωτηρία του και την σωτηρία όλων των ανθρώπων, κάνει τον Θεό οικονόμο του και τους ανθρώπους διακονητές του.
Θυμάστε το περιστατικό με τον Όσιο Γερόντιο  και τον υποτακτικό του; ο Όσιος Γερόντιος είχε παρακαλέσει την Παναγία να του δώση λίγο νερό να πίνη αυτός και ο υποτακτικός του, και η Παναγία σαν καλή Μάνα άνοιξε μια ρωγμή στον τοίχο του Ασκητηρίου του και έβγαλε νερό, Αγίασμα, για να πίνουν. Αργότερα ο υποτακτικός του άρχισε να κτίζη πεζούλια, κουβάλησε χώμα, έκανε κήπους, μπήκε σε πολλή μέριμνα και παραμελούσε τα πνευματικά του. Επειδή το νερό δεν του έφθανε, πήρε μια σμίλη να ανοίξη την ρωγμή να βγαίνη περισσότερο νερό. Η Παναγία τότε πήρε εκείνο το νερό πίσω και το έβγαλε πολύ χαμηλά από το Ασκητήριο και του είπε: “Εάν θέλης κήπους και περισπασμό, να κουβαλάς νερό από μακριά”.

Με την πολλή μέριμνα ξεχνάει κανείς τον Θεό.



- Γέροντα, η μέριμνα απομακρύνει πάντοτε από τον Θεό;
- Κοίταξε να σου πω: Ένα παιδάκι, όταν παίζη και είναι αφοσιωμένο στα παιχνίδια του, ούτε καν καταλαβαίνει, όταν ο πατέρας του είναι δίπλα και το χαϊδεύη. Λίγο αν διακόψη τα παιχνίδια του, τότε θα το καταλάβη. Έτσι και όταν έχουμε μέριμνα, δεν μπορούμε να καταλάβουμε την αγάπη του Θεού. Ο Θεός δίνει και δεν το αισθανόμαστε. Πρόσεξε να μη σπαταλάς τις πολύτιμες δυνάμεις σου σε περιττές μέριμνες και μάταια πράγματα που θα γίνουν όλα σκόνη μια μέρα. Τότε και σωματικά κουράζεσαι και τον νου σου σκορπάς άσκοπα και μετά δίνεις την κούρασή σου με τα χασμουρητά στον Θεό την ώρα της προσευχής, σαν την θυσία που έκανε ο Κάιν. Επόμενο είναι τότε και η εσωτερική σου κατάσταση να είναι κατάσταση “Κάιν”, με άγχος και αναστεναγμούς που θα τα προκαλή το ταγκαλάκι που θα είναι δίπλα σου.
Να μη σπαταλάμε άσκοπα τον καρπό, την ψίχα, των δυνάμεών μας μένουν τα τσόφλια για τον Θεό. Η μέριμνα τραβάει όλο το μεδούλι της καρδιάς και δεν αφήνει τίποτε για τον Χριστό. Αν δης ότι ο νους σου συνέχεια φεύγει και πάει σε δουλειές κ.λπ.. πρέπει να καταλάβης ότι δεν πας καλά και να ανησυχήσης, γιατί έχεις απομακρυνθή από τον Θεό. Να καταλάβης ότι είσαι πιο κοντά στα πράγματα παρά στον Θεό, στην κτίση και όχι στον Κτίστη.
Πολλές φορές, δυστυχώς, μια κοσμική ευχαρίστηση ξεγελάει ακόμη και τον μοναχό, όταν κάνη μια εργασία. Ο άνθρωπος, φυσικά, είναι πλασμένος να κάνη το καλό, γιατί και ο Δημιουργός του είναι καλός. Αλλά ο μοναχός αγωνίζεται από άνθρωπος να γίνη Άγγελος. Γι' αυτό η εργασία του για τα υλικά θα πρέπη να είναι περιορισμένη μόνο στα πιο απαραίτητα, για να εργάζεται στα πνευματικά. Τότε και η χαρά του θα προέρχεται από τους πνευματικούς καρπούς που θα παράγη, θα είναι πνευματική, και θα τρέφεται, αλλά και θα τρέφη πλουσιοπάροχα.
Με την πολλή δουλειά και μέριμνα ξεχνάει κανείς τον Θεό. Έλεγε χαρακτηριστικά ο Παπα-Τύχων: “Ο Φαραώ έδινε πολλή δουλειά και πολύ φαγητό στους Ισραηλίτες, για να ξεχάσουν τον Θεό”. Στην εποχή μας ο διάβολος απορρόφησε τους ανθρώπους στην ύλη, στον περισπασμό, δουλειά πολλή, φαΐ πολύ, για να ξεχνούν τον Θεό, και έτσι να μην μπορούν -ή μάλλον να μη θέλουν- να αξιοποιήσουν την ελευθερία που τους δίνεται για τον αγιασμό της ψυχής. Ευτυχώς όμως, χωρίς να το θέλη ο διάβολος, βγαίνει και κάτι καλό, δεν ευκαιρούν οι άνθρωποι να αμαρτήσουν όσο θέλουν.

Η εργασία που γίνεται με ηρεμία και προσευχή αγιάζεται.



- Δεν είναι καλύτερα, Γέροντα, μια δουλειά να γίνη πιο αργά, για να έχει κανής την ηρεμία του;
- Ναι, γιατί, όταν εργάζεται κανείς με ηρεμία, διατηρεί την γαλήνη του και αγιάζει όλη την ημέρα του. Δυστυχώς, δεν έχουμε καταλάβει πως, όταν κάνουμε γρήγορα μια δουλειά, αποκτούμε μια νευρικότητα. Και η εργασία που γίνεται με νευρικότητα δεν είναι αγιασμένη. Σκοπός μας δεν πρέπει να είναι να φτιάξουμε πολλά και να είμαστε όλα αγωνία. Αυτό είναι δαιμονική κατάσταση.
Το εργόχειρο που γίνεται με ηρεμία και προσευχή αγιάζεται και αγιάζει και τους ανθρώπους που το χρησιμοποιούν και έτσι έχει νόημα, όταν η λαϊκοί ζητούν να πάρουν εργόχειρα από μοναχούς για ευλογία. Ενώ εκείνο που γίνεται με βιασύνη και νευρικότητα μεταδίδει αυτήν την δαιμονική κατάσταση και στους άλλους. Η βιαστική δουλειά με την αγωνία είναι στοιχείο πολύ κοσμικών ανθρώπων. Οι ταραγμένες ψυχές που εργάζονται, ταραχή μεταδίδουν και με τα εργόχειρά τους και όχι ευλογία. Πώς επιδρά η κατάσταση του ανθρώπου και στα εργόχειρα που φτιάχνει, και στα ξύλα ακόμη! Φοβερό! Ανάλογο με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο άνθρωπος όταν φτιάχνη κάτι, είναι και το αποτέλεσμα αν είναι νευριασμένος και θυμώνει και βρίζη, δεν θα έχη ευλογία αυτό που κάνη. Ενώ, αν ψάλλη, λέη την ευχή, αγιάζεται το έργο του. Το ένα είναι δαιμονικό, το άλλο θεϊκό.
Αν κινήστε με ευλάβεια και εργάζεσθε με την προσευχή αγιάζεστε πάντοτε και τα πάντα αγιάζονται. Όταν έχη κανείς τον νου του στον Θεό, αγιάζει την δουλειά, το εργόχειρό του. Φερ' ειπείν, φτιάχνω ένα κουτί και λέω την ευχή, προσεύχομαι και συγχρόνως εργάζομαι προς δόξαν Θεού. Σκοπός μου δεν είναι να φτιάξω κουτιά και να κάνω γρήγορα, για να φτιάξω πολλά και να είμαι όλο αγωνία. Αυτό είναι δαιμονική κατάσταση. Δεν ήρθαμε γι' αυτό στο Μοναστήρι, ήρθαμε για να αγιασθούμε και να αγιάσουμε και ό,τι κάνουμε. Αυτός είναι ο λόγος που μερικές φορές νιώθεις σαν μια καλή υπάλληλος στα καθήκοντα, γιατί, όταν τρέχης να τακτοποιήσης τις δουλειές, ξεχνάς να παίρνης και τον Χριστό μαζί σου. Ενώ, αν ξεκινάς με την ευχή, θα νιώθης σαν διακονήτρια του Χριστού. Γι' αυτό βάλε και την ευχή στην δουλειά, για να αγιασθής και εσύ και η δουλειά. Ο Θεός ξέρεις πώς ευλογεί και πόσα αγαθά και τι ευλογίες στέλνει;
- Γέροντα, όταν η δουλειά είναι διανοητική, π.χ. μια μεταφραστική εργασία, πώς είναι δυνατόν να λες την ευχή, ώστε να αγιάζεται η εργασία που κάνεις;
- Όταν η δουλειά είναι διανοητική, αν ο νους σου είναι στον Θεό, τότε η δουλειά αγιάζεται, γιατί ζης μέσα στην ατμόσφαιρα του Θεού, και ας μην μπορής να λες την ευχή. Όταν κανείς έχη πνευματική κατάσταση, πολύ βοηθιέται. Δεν προσπαθεί να καταλάβη τα νοήματα με το μυαλό, αλλά φωτίζεται και τα βρίσκει με θείο φωτισμό.
- Και όταν δεν έχω αυτήν την πνευματική κατάσταση και πρέπη να κάνω μια τέτοια εργασία;
- Τότε θα την κάνης, αλλά να προσεύχεσαι, να ζητάς από τον Θεό να σε φωτίζη. Να κοιτάξης να βοηθηθής, όσο μπορείς, από τα θεία νοήματα και να δουλεύης με ευλάβεια. Να κάνης κάθε μια ώρα, κάθε δυό ώρες, λίγα λεπτά διακοπή και να λες την ευχή.
- Ειδικά, Γέροντα, στην μεταφραστική εργασία έχεις πολλή περίσπαση. Πρέπει να ψάξης λεξικά, να διαβάσης σχόλια...
- Έχω πει και άλλες φορές, αυτό που βοηθάει βασικά στις μεταφράσεις είναι το βίωμα με τους εξαγνισμένους λογισμούς, που κάνουν τον άνθρωπο δοχείο της Χάριτος. Τότε οι θείες ερμηνείες βγαίνουν από τον θείο φωτισμό και όχι από το μυαλό, από το λεξικό και από το μελανοδοχείο. Θέλω να πω ότι στο πρώτο πρέπει να στηριχθή κανείς, το θείο, και όχι στο δεύτερο, το ανθρώπινο.

Μη δίνετε καρδιά στα υλικά πράγματα.



- Γέροντα, τι εννοείτε, όταν λέτε: “Πόδια, χέρια στην δουλειά να δίνετε, καρδιά να μη δίνετε”;
- Εννοώ να μη δίνετε καρδιά στα υλικά πράγματα. Είναι μερικοί που δίνονται ολόκληροι στα υλικά. Περνούν όλη την ημέρα με το να ασχολούνται πώς θα κάνουν καλά μια δουλειά και δεν σκέφτονται καθόλου τον Θεό. Να μη φθάνουμε εκεί. Να χρησιμοποιήτε τα χέρια και τα πόδια στην δουλειά, αλλά να μην αφήνετε τον νου σας να ξεφύγη από τον Θεό. Να μη δίνετε όλο το είναι σας, όλο το δυναμισμό μαζί με την καρδιά σας, στα υλικά. Έτσι γίνεται μετά κανείς ειδωλολάτρης. Όσο μπορείτε στις δουλειές καρδιά να μη δίνετε, χέρια, μυαλό να δίνετε. Καρδιά να μη δίνετε σε χαμένα, σε άχρηστα πράγματα. Γιατί μετά πώς θα σκιρτήση η καρδιά για τον Χριστό; Όταν η καρδιά είναι στον Χριστό, τότε αγιάζονται και οι δουλειές, υπάρχει και η εσωτερική ψυχική ξεκούραση συνέχεια, και νιώθει κανείς την πραγματική χαρά. Να αξιοποιήτε την καρδιά σας, να μην την σπαταλάτε.
Αν σπαταληθή η καρδιά σε πολλά ασήμαντα, δεν έχει αντοχή να πονέση για εκείνο που πρέπει να πονέση. Εγώ θα δώσω καρδιά σε έναν καρκινοπαθή, σε έναν πονεμένο. Η αγωνία μου είναι για τα παιδιά που κινδυνεύουν. Κάνω τον σταυρό μου να τα δίνη ο Θεός φώτιση. Όταν πάλι έχω κόσμο, πάει η προσοχή μου στον πόνο του άλλου, στην αγάπη για τον άλλον. Τον πόνο τον δικό μου δεν τον καταλαβαίνω. Έτσι ξεχνιούνται όλα, παίρνει άλλη στροφή ο άνθρωπος.
- Γέροντα, σε όλες τις δουλειές γίνεται να μη δίνη κανείς νου και καρδιά;
- Όταν η δουλειά είναι απλή, βοηθάει να μην απορροφάται ο νους. Όταν όμως η δουλειά είναι σύνθετη, τότε δικαιολογείται να απορροφά λίγο τον νου, όχι όμως να παίρνη την καρδιά.
- Την καρδιά με τι μορφή την παίρνει;
- Με τι μορφή; Ο πειρασμός με... “μορφίνες” την ναρκώνει!!! Την καρδιά την παίρνει με τον εγωισμό. Αλλά όταν η καρδιά δοθή στον Θεό, τότε ο νους θα είναι στον Θεό και το μυαλό στην δουλειά.
- Όταν λέμε “αμέριμνο”, τι εννοούμε ακριβώς;
- Όταν δουλεύης, να μην ξεχνάς τον Χριστό. Να κάνης την δουλειά με χαρά, αλλά ο νους και η καρδιά να είναι στον Χριστό. Τότε και δεν θα κουράζεσαι, και πνευματικά θα μπορής να κάνης.

Να μην ανοίγουμε πολλά μέτωπα.



Οι άνθρωποι σήμερα, επειδή δεν ζουν απλά, έχουν πολύ περισπασμό. Ανοίγουν πολλά μέτωπα και χάνονται με την πολλή μέριμνα. Εγώ ένα-δύο πράγματα τα τακτοποιώ και μετά σκέφτομαι άλλα. Ποτέ δεν έχω να κάνω πολλά πράγματα μαζί. Τώρα σκέφτομαι να κάνω αυτό, το τελειώνω και μετά σκέφτομαι να κάνω κάτι άλλο. Γιατί, αν δεν τελειώσω το ένα και αρχίσω το άλλο, δεν έχω ανάπαυση. Όταν έχη κανείς πολλά μαζί να κάνη, παλαβώνει. Και μόνο να τα σκέφτεται, παθαίνει σχιζοφρένεια.
Είχε έρθει στο Καλύβι ένας νέος που είχε ψυχολογικά προβλήματα. Μου έλεγε ότι ταλαιπωρείται, γιατί έχει μια κληρονομική ευαισθησία από τους γονείς κ.λπ. “Τι κληρονομικά μου λες; του είπα. Πρώτα, χρειάζεσαι ξεκούραση. Μετά να πάρης το πτυχίο σου, μετά να πας στον στρατό, μετά να κοιτάξης για διορισμό”. Με άκουσε ο καημένος και βρήκε τον δρόμο του. Έτσι βρίσκουν και τον εαυτό τους οι άνθρωποι.
- Γέροντα, κι εγώ κουράζομαι εύκολα, όταν δουλεύω. Δεν καταλαβαίνω τι φταίει.
- Αυτό που σου λείπει εσένα είναι η υπομονή. Και αιτία που δεν μπορείς να κάνης υπομονή είναι που καταπιάνεσαι με πολλά. Σκορπάς σε πολλές μεριές και κουράζεσαι. Αυτό και νευρικότητα σου δημιουργεί, γιατί έχεις και φιλότιμο και αγωνιάς.
Όταν ήμουν στο Κοινόβιο, είχα έναν διακονητή στο μαραγκούδικο, τον Γερο-Ισίδωρο. Ο καημένος δεν είχε καθόλου υπομονή. Άρχιζε ένα παράθυρο, στενοχωριόταν, έπιανε να κάνη πόρτες, στενοχωριόταν και τα άφηνε, έπιανε να κάνη μετά στέγες. Όλα στην μέση τα άφηνε, χωρίς να τελειώνη τίποτε. Άλλα ξύλα χάνονταν, άλλα κόβονταν λάθος. Έτσι σκοτώνεται κανείς, χωρίς να κάνη τίποτε.
Είναι μερικοί που, ενώ έχουν περιορισμένες δυνάμεις και μπορούν να κάνουν μόνον ένα-δύο πράγματα, καταπιάνονται και μπερδεύονται με πολλά και μετά δεν κάνουν τίποτε σωστό και σέρνουν και τους άλλους. Όσο μπορεί κανείς, να κάνη ένα-δυό πράγματα μόνο, να τα τελειώνη σωστά και να έχη το μυαλό του καθαρό και ξεκούραστο και μετά να αρχίζη κάτι άλλο. Γιατί, άμα ο νους του σκορπίση, τι πνευματικά θα κάνη μετά; Πώς να θυμηθή τον Χριστό;

Να αποκτήσουμε την εσωτερική ησυχία.



Σκοπός είναι ο άνθρωπος να τα αξιοποιήση όλα για αγώνα. Να προσπαθήση να αποκτήση την εσωτερική ησυχία. Να αξιοποιήση τον θόρυβο βάζοντας δεξιό λογισμό. Όλη η βάση είναι η καλή αντιμετώπιση. Όλα με καλούς λογισμούς να τα αντιμετωπίζη. Μέσα στον θόρυβο, αν πετύχη την εσωτερική ησυχία, έχει πολλή αξία. Αν δεν πετύχη την ησυχία μέσα στην ανησυχία, ούτε στην ησυχία θα ησυχάση. Όταν έρθη στον άνθρωπο η εσωτερική ησυχία, ησυχάζουν όλα μέσα του, και τίποτε δεν τον ενοχλεί. Αν θέλη την εξωτερική ησυχία, για να ησυχάση εσωτερικά, όταν βρεθή στην ησυχία, την ημέρα θα πάρη ένα καλάμι και θα διώχνη τα τζιτζίκια και το βράδυ θα διώχνη τα τσακάλια, για να μην τον ενοχλούν. Θα διώχνη δηλαδή αυτά που θα μαζεύη ο διάβολος. Τι νομίζετε; Ποια είναι η δουλειά του; Όλα μας τα φέρνει ανάποδα ο διάβολος, μέχρι που μας αναποδογυρίζει.
Σε μια Σκήτη δύο γεροντάκια πήραν ένα γαϊδουράκι που είχε ένα κουδουνάκι. Ένας νέος με ησυχαστικές τάσεις παραπονιόταν για το κουδουνάκι που είχε το ζώο και πήρε όλους τους Κανόνες, για να αποδείξη ότι δεν επιτρέπεται να έχουν γαϊδουράκι στην Σκήτη! Οι άλλοι Πατέρες είπαν ότι δεν τους ενοχλεί. Του λέω: “Δεν φθάνει εκεί πέρα που δεν μας απασχολούν τα γεροντάκια, αλλά εξυπηρετούνται με το γαϊδουράκι; Αν δεν είχε κουδουνάκι και το έχαναν, θα έπρεπε να πάμε εμείς να το βρούμε. Παραπονιόμαστε κιόλας;” Αν δεν έχουμε έτσι καλούς λογισμούς και δεν αξιοποιήσουμε τα πάντα στα πνευματικά, τότε και σε Αγίους κοντά να πάμε, δεν θα κάνουμε προκοπή. Βρέθηκα λ.χ. σε στρατόπεδο; Να αξιοποιήσω την σάλπιγγα σαν καμπάνα και το όπλο να μου θυμίζη τα πνευματικά όπλα κατά του διαβόλου. Εάν δεν τα αξιοποιήσουμε όλα στα πνευματικά, θα μας ενοχλή ακόμη και η καμπάνα. Ή εμείς θα τα αξιοποιήσουμε ή ο διάβολος θα τα εκμεταλλευθή. Ο ανήσυχος και στην έρημο θα μεταφέρη τον ανήσυχο εαυτό του. Πρώτα απ' όλα η ψυχή θα πρέπη να αποκτήση την εσωτερική ησυχία μέσα στην εξωτερική ανησυχία, για να μπορέση να ησυχάση έξω στην ησυχία.

Καλοί λογισμοί, το αντίδοτο του θορύβου.



Φυσικά, επειδή οι σημερινοί άνθρωποι χρησιμοποιούν, δυστυχώς, θορυβώδη μέσα ακόμη και για μικρές εξυπηρετήσεις, αν βρεθή κανείς για ένα διάστημα κάπου που έχει φασαρία, θα πρέπη να καλλιεργήση καλούς λογισμούς. Δεν μπορείς να πης, “μη χρησιμοποιής αυτό, μη χρησιμοποιής εκείνο, γιατί κάνει θόρυβο”, αλλά να φέρνης αμέσως καλό λογισμό. Π.χ. ακούς ψεκαστήρα και νομίζεις περνά ελικόπτερο. Να σκεφθής: “Μπορεί να ήταν αυτήν την ώρα μια αδελφή άρρωστη βαριά και να ερχόταν ένα ελικόπτερο να την πάρη για το νοσοκομείο. Τι στενοχώρια θα είχα τότε; Δόξα τω Θεώ, είμαστε όλες καλά”. Εδώ χρειάζεται το μυαλό και η εξυπνάδα, η τέχνη να φέρης καλό λογισμό. Ακούς π.χ. τον θόρυβο της μπετονιέρας, του αναβατόρ κ.λπ. Να πεις: “Δόξα σοι ο Θεός, δεν γίνεται βομβαρδισμός, δεν γκρεμίζονται σπίτια. Οι άνθρωποι έχουν ειρήνη και χτίζουν σπίτια”.
- Και όταν, Γέροντα, είναι χαλασμένα τα νεύρα;
- Χαλασμένα τα νεύρα; Τι θα πη αυτό; Μήπως είναι χαλασμένος ο λογισμός; Το πιο καλό απ' όλα είναι ο καλός λογισμός. Κάποιος κοσμικός είχε φτιάξει σπίτι σε ένα ήσυχο μέρος. Αργότερα από την μια μεριά έγινε γκαράζ, από την άλλη δρόμος και από την άλλη ένα κοσμικό κέντρο. Μέχρι τα μεσάνυχτα νταούλια. Δεν μπορούσε ο καημένος να κοιμηθή, έβαζε ωτασπίδες στ' αυτιά, άρχισε να παίρνη και χάπια. Κόντευε να τρελλαθή. Ήρθε και με βρήκε. “Γέροντα, αυτό και αυτό, μου λέει, δεν μπορούμε να ησυχάσουμε. Τι να κάνω; Σκέφτομαι να φτιάξω άλλο σπίτι”. “Να βάλης καλό λογισμό, του λέω. Να σκέφτεσαι, αν γινόταν πόλεμος και στο γκαράζ έφτιαχναν τα τανκς, δίπλα ήταν νοσοκομείο και έφερναν τα ασθενοφόρα τους τραυματίες και εσένα σου έλεγαν: “Κάθησε εδώ. Σου εξασφαλίζουμε την ζωή, δεν θα σε πειράξουμε. Μπορείς να βγαίνης από το σπίτι σου ελεύθερα μόνο στην ακτίνα που είναι κτισμένα αυτά, γιατί εκεί δεν θα πέση σφαίρα” ή “Να μείνης στο σπίτι σου και δεν θα σε ενοχλήση κανείς”, μικρό πράγμα θα ήταν αυτό; Δεν θα το θεωρούσες ευλογία; Γι' αυτό τώρα να πης: “Δόξα σοι ο Θεός, δεν γίνεται πόλεμος, ο κόσμος είναι καλά και κάνει τις δουλειές του. Στο γκαράζ αντί τανκς φτιάχνουν τα αυτοκίνητά τους οι άνθρωποι. Δόξα σοι ο Θεός, δεν υπάρχει νοσοκομείο, τραυματίες κ.λπ. Δεν περνούν τανκς, αυτοκίνητα περνούν και οι άνθρωποι τρέχουν στις δουλειές τους”. Αν φέρης έτσι καλό λογισμό, θα έρθη η δοξολογία μετά”. Κατάλαβε ο καημένος ότι όλη η βάση είναι σωστή αντιμετώπιση και έφυγε αναπαυμένος. Τα αντιμετώπισε σιγά-σιγά με καλούς λογισμούς, πέταξε και τα χάπια και κοιμόταν χωρίς δυσκολία. Βλέπεις με έναν καλό λογισμό πώς τακτοποιείται κανείς;
Μια φορά ταξίδευα με το λεωφορείο και ο εισπράκτορας έβαλε το ράδιο δυνατά. Μερικοί νεαροί που θρήσκευαν, είπαν ότι είναι και ένας μοναχός και του έκαναν επανειλημμένως νόημα να το κλείση. Μια-δύο, τίποτε αυτός, το έβαλε πιο δυνατά. “Αφήστε τον, τους είπα, δεν πειράζει, μου κάνει ισοκράτημα στην ψαλμωδία μου”. Με τον λογισμό μου έλεγα: “Αν, Θεός φυλάξοι, γινόταν ένα ατύχημα λίγο πιο πέρα και αναγκάζονταν να βάλουν στο δικό μας αυτοκίνητο ανθρώπους σακατεμένους, άλλος να είναι με σπασμένο πόδι, άλλος με σπασμένο κεφάλι, πώς θα άντεχα αυτήν την σκηνή; Δόξα σοι ο Θεός, οι άνθρωποι είναι καλά και τραγουδούν κιόλας”! Έτσι ταξίδευα μια χαρά ψάλλοντας.
Να σας πω και άλλο παράδειγμα, για να δήτε πώς τακτοποιείται κανείς σε όλες τις περιπτώσεις με έναν καλό λογισμό! Ήμουν στα Ιεροσόλυμα με κάποιον γνωστό,. Εκεί είχαν μια γιορτή. Γιόρταζαν και φώναζαν συνέχεια “α λαλα...αχ” Χαλασμός γινόταν! “Εν αλαλαγμώ... και εν κυμβάλοις αλαλαγμού”! Δεν καταλάβαινες τι έλεγαν! Όλη νύχτα φώναζαν. Ο γνωστός μου νευρίασε, βγήκε στο παράθυρο, δεν έκλεισε μάτι. Εγώ με έναν καλό λογισμό που έβαλα, κοιμήθηκα σαν το πουλάκι. Θυμήθηκα την Έξοδο των Εβραίων από την Αίγυπτο και ένιωθα μια συγκίνηση.
Έτσι και εσείς πάντα με καλούς λογισμούς όλα να τα αντιμετωπίζετε. Χτύπησε π.χ. μια πόρτα; Να πήτε: “Αν, Θεός φυλάξοι, πάθαινε κάτι μια αδελφή, χτυπούσε και έσπαζε το πόδι της, θα κοιμόμουν εγώ; Τώρα χτύπησε η πόρτα, θα είχε κάποια δουλειά η αδελφή”. Αν όμως μια αρχίση να κατακρίνη και πη: “Χτύπησε την πόρτα, απρόσεκτη είναι! Τι κατάσταση είναι αυτή!”, πού να ησυχάση μετά! Από την στιγμή που θα βάλη τέτοιους λογισμούς, μετά το ταγκαλάκι θα την αναστατώση. Ή μπορεί να ακούη μια αδελφή την νύχτα τα ξυπνητήρια που χτυπάνε. Χτύπησε λ.χ. το ένα μια φορά, μετά από λίγο ξαναχτυπάει το ίδιο. Αν σκεφθή: “Αυτή η ψυχή ήταν κατάκοπη, δεν μπόρεσε να σηκωθή. Καλύτερα να ξεκουραζόταν μισή ώρα παραπάνω και μετά να έκανε τα πνευματικά της”, δεν θα ανησυχήση ούτε θα στενοχωρηθή που ξύπνησε. Αν όμως σκεφθή τον εαυτό της που ξύπνησε από τα ρολόγια, μπορεί να πη: “Τι γίνεται εδώ; Δεν μπορεί να ησυχάση κανείς λίγο!”. Γι' αυτό, όσο βοηθάει ένας καλός λογισμός, δεν βοηθάει καμμιά άλλη άσκηση.